καταπράυνση
From LSJ
Τἀληθὲς ἀνθρώποισιν οὐχ εὑρίσκεται → Non invenitur veritas ab hominibus → Die Menschen finden das, was wahr ist, nicht heraus
Greek Monolingual
η (Α καταπράϋνσις) καταπραΰνω
καθησύχαση, ανακούφιση, κατευνασμός, γαλήνευση.
Τἀληθὲς ἀνθρώποισιν οὐχ εὑρίσκεται → Non invenitur veritas ab hominibus → Die Menschen finden das, was wahr ist, nicht heraus
η (Α καταπράϋνσις) καταπραΰνω
καθησύχαση, ανακούφιση, κατευνασμός, γαλήνευση.