Τὸν εὖ ποιοῦνθ' (εὐποροῦνθ') ἕκαστος ἡδέως ὁρᾷ → Den, der ihm wohltut, freut ein jeder sich zu sehn
το (Α κιβωτίδιον)μικρό κιβώτιο.[ΕΤΥΜΟΛ. < κιβωτός + υποκορ. κατάλ. -ίδιον].