τὸ κοῖλον τοῦ ποδὸς δεῖξαι → show the heels, show a clean pair of heels, show the hollow of the foot, run away
κορῠνίτης: -ου, ὁ ἡμαρτημ. γραφ. παρ’ Ἡσύχ. ἀντὶ κορυνήτης, ὃ ἴδε.