τὸ θέλημά σου τὸ ἀγαθὸν καὶ τέλειον, πάτερ → your good and perfect will, Father
και λογιώτατος, -η, -ο (Α λογιότατος, -άτη,-ον)βλ. λόγιος.[ΕΤΥΜΟΛ. Υπερθ. βαθμός του επιθ. λόγιος, χρησιμοποιούμενος συχνά ως ουσιαστικό].