ἐλάττω ἔχειν γῆν τὸν ἀγρὸν ἐπιστολῆς Λακωνικῆς → own a farm smaller than a Laconian letter, own a tiny farm
λοφοπωλῶ, -έω (Α)πουλώ λοφία για περικεφαλαίες.[ΕΤΥΜΟΛ. < λοφοπώλης < λόφος + πώλης (< πωλῶ)].