μεγαλομερῶς

From LSJ

ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶνforgive us our trespasses

Source

Russian (Dvoretsky)

μεγᾰλομερῶς: великолепно, щедро (τινα δώροις τιμᾶν Polyb.).