μεταστάς

From LSJ

ἔστι δίκης ὀφθαλμός ὃς τά πανθ' ὁρᾶ → there is an eye of justice that sees everything, all-seeing justice

Source

Greek Monolingual

-άντος, ο
αυτός που έχει πεθάνει, ο εκλιπών («ήταν θαυμάσιος άνθρωπος ο μεταστάς»).
[ΕΤΥΜΟΛ. Ουσιαστικοποιημένος τ. της μτχ. αορ. β' του μεθίσταμαι].

Greek Monotonic

μεταστάς: μτχ. αορ. βʹ του μεθίστημι.