ο, θηλ. μουσικοσυνθέτις και μουσικοσυνθέτριασυνθέτης μουσικών έργων.[ΕΤΥΜΟΛ. < μουσική + συνθέτης. Η λ. μαρτυρείται από το 1866 στον Κλ. Ι. Παπάζογλου].