νυκτία

From LSJ

Μέμνησο πλουτῶν τοὺς πένητας ὠφελεῖν → Memento dives facere pauperibus bene → Vergiss nicht, dass als Reicher du den Armen hilfst

Menander, Monostichoi, 348

Greek Monolingual

η
ζωολ. η νυκτέα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. nyctea (< νύξ, νυκτός + κατάλ. -ία)].