ξενάκουστος
From LSJ
Λέοντι κρεῖττον ἢ γυναικὶ συμβιοῦν → Melius leonis feminae commercio → Mit einer Löwin lebt's sich besser als einer Frau
Greek Monolingual
ξενάκουστος, -ον (Μ)
βλ. ξενήκουστος.
Λέοντι κρεῖττον ἢ γυναικὶ συμβιοῦν → Melius leonis feminae commercio → Mit einer Löwin lebt's sich besser als einer Frau
ξενάκουστος, -ον (Μ)
βλ. ξενήκουστος.