ονίτις

From LSJ

Ὀργὴν ἑταίρου καὶ φίλου πειρῶ φέρειν → Toleres amici et comitis iracundiam → Ertrage nur des Freundes und Gefährten Zorn

Menander, Monostichoi, 442

Greek Monolingual

ὀνῖτις, ἡ (Α) όνος
το φυτό ορίγανον, η ρίγανη.