Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

οπωροκηπευτικά

From LSJ

Βέβαιον οὐδέν ἐστιν ἐν θνητῷ βίῳ → Nihil, ut videtur, proprium in vita datur → Nichts Festes gibt's im Leben eines Sterblichen

Menander, Monostichoi, 57

Greek Monolingual

τα
γενικός όρος που δηλώνει όλες τις κατηγορίες φυτικής παραγωγής, εκτός τών φυτών μεγάλης καλλιέργειας, και ειδικότερα την παραγωγή τών οπωροφόρων, τών κηπευτικών, τών ανθοκομικών και τών αρωματικών φυτών.