οπωροκηπευτικά

From LSJ

Χαίρειν ἐπ' αἰσχροῖς οὐδέποτε χρὴ πράγμασιν → Non decet in rebus esse laetum turpibus → In schlimmer Not ist Freude niemals angebracht

Menander, Monostichoi, 544

Greek Monolingual

τα
γενικός όρος που δηλώνει όλες τις κατηγορίες φυτικής παραγωγής, εκτός τών φυτών μεγάλης καλλιέργειας, και ειδικότερα την παραγωγή τών οπωροφόρων, τών κηπευτικών, τών ανθοκομικών και τών αρωματικών φυτών.