οἰσεῦμες

From LSJ

Καλὸν φέρουσι καρπὸν οἱ σεμνοὶ τρόποι → Mores decori frugis est pulchrae seges → Ein ehrbarer Charakter bringt willkommne Frucht

Menander, Monostichoi, 303

Greek Monotonic

οἰσεῦμες: Δωρ. αντί οἴσομεν, αʹ πληθ. μέλ. του φέρω.

Russian (Dvoretsky)

οἰσεῦμες: Theocr. 1 л. pl. fut. к φέρω.