παιδοπνίκτρια

From LSJ

Θεοὶ μὲν γὰρ μελλόντων, ἄνθρωποι δὲ γιγνομένων, σοφοὶ δὲ προσιόντων αἰσθάνονται → Because gods perceive future things, men what is happening now, but wise men perceive approaching things

Philostratus, Life of Apollonius of Tyana, VIII, 7

Greek (Liddell-Scott)

παιδοπνίκτρια: ἡ, ἡ τοὺς παῖδας πνίγουσα, Ἀνων. διηγήσ. ἐν Σάθ. Μεσ. Βιβλ. τ. Ε΄, σ. 575 (ἐν σημ.)

Greek Monolingual

παιδοπνίκτρια, ἡ (Μ)
αυτή που πνίγει τα παιδιά, παιδοκτόνος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παῖς, παιδός + πνίκτρια (< πνίγω)].