παροίνησις

From LSJ

τὰ ἡμίσεα πάσης τῆς οὐσίης ἐξαργυρώσαντα → turn half of my property into silver

Source

Greek (Liddell-Scott)

παροίνησις: ἡ, = παροινία, Ν. Χων. σ. 566, 10, ἔκδ. Β΄ .

Greek Monolingual

-ήσεως, ἡ, Μ παροινώ
παροινία.