κόραξ δ' ἐπαίνῳ καρδίην ἐχαυνώθη → the flattered crow was filled with pride, the flattered crow became elate in heart
ὁ, Απερίαυλον.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταπλασμένος τ. του περίαυλον κατά τα αρσ. σε -ος].