περίδου

From LSJ

Cras amet qui numquam amavit quique amavit cras amet → May he love tomorrow who has never loved before; And may he who has loved, love tomorrow as well.

Pervigilium Veneris

Greek (Liddell-Scott)

περίδου: β΄ μέσ. ἀόρ. προστ. τοῦ περιδίδωμι· - ἀλλὰ περιδοῦ, προστ. ἐνεστ. τοῦ περιδέω.

Greek Monotonic

περίδου: προστ. Μέσ. αορ. βʹ του περιδίδομαι.

Russian (Dvoretsky)

περίδου: imper. aor. 2 к περιδίδομαι.