πορτοκάλι
From LSJ
περὶ οὐδὲν γὰρ οὕτως ὑπάρχει τῶν ἀνθρωπίνων ἔργων βεβαιότης ὡς περὶ τὰς ἐνεργείας τὰς κατ' ἀρετήν → since none of man's functions possess the quality of permanence so fully as the activities in conformity with virtue
Greek Monolingual
το, Ν
ο καρπός της πορτοκαλιάς. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. portogallo].