προπαίδευση

From LSJ

Ἴσος ἴσθι πᾶσι, κἂν ὑπερέχῃς τῷ βίῳ → Quamvis superior sorte, da te aequum omnibus → Sei allen gleich, auch wenn du reicher bist

Menander, Monostichoi, 257

Greek Monolingual

η / προπαίδευσις, -εύσεως, ΝΜΑ
προπαιδεύω
η προπαρασκευαστική παίδευση, η προπαιδεία.