προπαίδευση
From LSJ
Ἴσος ἴσθι πᾶσι, κἂν ὑπερέχῃς τῷ βίῳ → Quamvis superior sorte, da te aequum omnibus → Sei allen gleich, auch wenn du reicher bist
Greek Monolingual
η / προπαίδευσις, -εύσεως, ΝΜΑ
προπαιδεύω
η προπαρασκευαστική παίδευση, η προπαιδεία.