εἶτα ὁ γνώμων μοί πως ἀνίσταται → then my tool suddenly stood up
το, Ν(ποιητ. τ.) (κυρίως στον πληθ.) τα πρυμνόσκοινατα πρυμνήσια.[ΕΤΥΜΟΛ. < πρύμνη + σκοινί].