πόλιες

From LSJ

Σοφία δὲ πλούτου κτῆμα τιμιώτερον → Pretiosior res opipus est sapientia → Die Weisheit ist mehr wert als Säcke voller Geld

Menander, Monostichoi, 482

Greek Monotonic

πόλιες: -ίεσσι, Επικ. αντί πόλεις, πόλεσι, ονομ. και δοτ. πληθ. του πόλις.

Russian (Dvoretsky)

πόλιες: эп. pl. к πόλις.