σκολοπακίδες
From LSJ
Ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → For extreme diseases, extreme methods of cure, as to restriction, are most suitable.
Greek Monolingual
οι, Ν
ζωολ. οικογένεια χαραδριόμορφων παρυδάτιων πτηνών, με τυπικούς εκπροσώπους της τους σκολόπακες.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. scolopacidae (< σκολόπαξ). Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στο Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν].