σμιρίς

From LSJ

ὅσα μὲν τῆς ἰδίας τρυφῆς εἵνεκα Μειδίας καὶ περιουσίας κτᾶται → all the wealth that Meidias retains for private luxury and superfluous display

Source

Greek (Liddell-Scott)

σμιρίς: «ἄμμου εἶδος, ᾗ σμήχονται οἱ σκληροὶ τῶν λίθων. καὶ δένδρον» Ἡσύχ.

Greek Monolingual

-ίδος, γεν. και σμίρεως, ἡ, Α
βλ. σμύρις.