σφαλιάρα

From LSJ

Ἀλλ᾽ Ἀχέροντι νυμφεύσω → I will become the bride of Acheron

Sophocles, Antigone, 816

Greek Monolingual

η, Ν
ισχυρό ράπισμα στο πρόσωπο, χαστούκι, δυνατό σκαμπίλι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. sfagliaro].