σχοινικίς

From LSJ

ἄνδρα μοι ἔννεπε, μοῦσα, πολύτροπον, ὃς μάλα πολλὰ πλάγχθη → Tell me, Muse, about the man of many turns, who many ways wandered (Cook translation of Odyssey 1.1)

Source

Greek Monolingual

-ίδος, ἡ, Α
βλ. χοινικίς.