Βίον καλὸν ζῇς, ἂν γυναῖκα μὴ τρέφῃς → Uxorem si non duxis, vives commode → Gut ist dein Leben, wenn du keine Frau ernährst
και νταβάνι, το, Ν1. το εσωτερικό στέγης, οροφή2. συνεκδ. στέγη.[ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. tavan].