τετιμένος

From LSJ

Εἰ μὴ φυλάσσεις μίκρ', ἀπολεῖς τὰ μείζονα → Maiora perdes, minima ni servaveris → Wer Kleines nicht erhält, verliert das Größre auch

Menander, Monostichoi, 172

Greek Monotonic

τετιμένος: μτχ. Παθ. παρακ. του τίω.

Russian (Dvoretsky)

τετῑμένος: part. pass. к τίω.