τιμοκατάλογος

From LSJ

οὔτ' ἐν φθιμένοις οὔτ' ἐν ζωοῖσιν ἀριθμουμένη, χωρὶς δή τινα τῶνδ' ἔχουσα μοῖραν → neither among the dead nor the living do I count myself, having a lot apart from these

Source

Greek Monolingual

ο, Ν
κατάλογος όπου αναγράφονται οι τιμές προϊόντων ή υπηρεσιών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τιμή + κατάλογος. Η λ. μαρτυρείται από το 1871 στο Ελληνογαλλικόν Λεξικόν του Άγγ. Βλάχου].