Ῥῆμα παράκαιρον τὸν ὅλον ἀνατρέπει βίον → Vitae lues vox missa non in tempore → Ein Wort zur Unzeit stülpt das ganze Leben um
-α, -ο, θηλ. και -ος, Ναυτός που φέρει τίτλο ευγενείας ή αξιώματος.[ΕΤΥΜΟΛ. < τίτλος + -ούχος (< έχω)].