τραπεζοτόπια

From LSJ

Δεῖ τοὺς φιλοῦντας πίστιν, οὐ λόγους ἔχειν → Non bene stat intra verba amicorum fidesVertrauen müssen Freunde sich, viel reden nicht

Menander, Monostichoi, 115

Greek (Liddell-Scott)

τρᾰπεζοτόπια: καταλλακτικά, τόποι ἔνθα τράπεζαι ἀργυραμοιβῶν, Θ. Βαλσ.

Greek Monolingual

τὰ, Μ
(ενν. καταλλακτικά) οι χώροι στους οποίους τοποθετούσαν οι αργυρομοιβοί τα τραπέζια τους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τράπεζα + τόπιον (< τόπος)].