υδρόμυλος

From LSJ

Καλὸν τὸ μηδὲν εἰς φίλους ἁμαρτάνειν → Nihil peccare in amicos est pulcherrimum → Gut ist, sich gegen Freunde nicht versündigen

Menander, Monostichoi, 279

Greek Monolingual

ο / ὑδρόμυλος, ΝΜΑ
μύλος κινούμενος με την ενέργεια της ροής ή της πτώσης νερού, νερόμυλος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < υδρ(ο)- + μύλος.