κατὰ τὸ φιλόκαλον πειραθέντα κατανοῆσαι → see by working out the calculation
φανειρός: φανερός, Ἐπιγρ. Αἰγίνης, CIG. 2140. Αὐτόθι καὶ ἐπιφανείστατος.
-ά, -όν, Αβλ. φανερός.