Μὴ λοιδόρει γυναῖκα μηδὲ νουθέτει → Noli increpare neu monere mulierem → Schimpf' eine Frau nicht aus noch weise sie zurecht
ἀδικείμενος: Βοιωτ. αντί ἠδικημένος, μτχ. Παθ. παρακ. του ἀδικέω.