ἀκαυμάτιστος
From LSJ
Νόμιζ' ἀδελφοὺς τοὺς ἀληθινοὺς φίλους → Veros amicos alteros fratres puta → für deinen Bruder halte einen wahren Freund
Greek (Liddell-Scott)
ἀκαυμάτιστος: -ον, ὁ μὴ προσβληθεὶς ὑπὸ καύματος, Ἡσύχ. ἐν λέξει ἀπρόσειλος.
Spanish (DGE)
-ον no calentado Hsch.s.u. ἀπρόσειλος.