ἀλληλογραφία

English (LSJ)

ἡ, writing of amoebaean poems, Eust. 55.39.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ composición dialogada Eust.55.40.

Greek (Liddell-Scott)

ἀλληλογραφία: ἡ, γραφὴ ἀμοιβαίων ᾠδῶν ἢ λόγων, «λόγοι ἀμοιβαῖοι παρὰ τοῖς ποιηταῖς, ἐν οἷς τὰ πρόσωπα στιχηρῶς ἢ καὶ ἄλλως συντομώτερον πρὸς ἄλληλα φθέγγονται, ὅπερ καὶ ἀλληλογραφία λέγεται», Εὐστάθ. 55. 39.

Greek Monolingual

η (Μ ἀλληλογραφία)
νεοελλ.
1. ανταλλαγή επιστολών ή εγγράφων, έγγραφη ανταπόκριση
2. το σύνολο τών επιστολών ή εγγράφων που ανταλλάχθηκαν με κάποιον
μσν.
(στους ποιητές) η στιχομυθία
«λόγοι ἀμοιβαῖοι παρὰ τοῖς ποιηταῖς, ἐν οἷς τὰ πρόσωπα στοιχηρῶς ἢ καὶ ἄλλως συντομώτερον πρὸς ἄλληλα φθέγγονται, ὅπερ καὶ ἀλληλογραφία λέγεται» (Ευστάθιος 55, 39).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀλληλογράφος < ἀλληλο- + -γράφος (< γράφω)].