ἀνέκθλιπτος

From LSJ

Βουλὴν ἅπαντος πράγματος προλάμβανε → Nihil incohes, nisi inito consilio prius → Vor jedem Handeln fasse einen guten Plan

Menander, Monostichoi, 70

Greek (Liddell-Scott)

ἀνέκθλιπτος: -ον, ὁ μὴ ἐκθλιβείς, «ἄστυφτος» τῇ ἀνεκθλίπτῳ σταφυλῇ Εὐστ. Πονημ. 355. 35.