ἀφροσέληνος

English (LSJ)

ὁ, = σεληνίτης, Ps.-Democr. ap. Zos.Alch.p.122B., Dsc.5.141.

Spanish (DGE)

-ου, ὁ selenita Dsc.5.141, Ps.Democr. en Zos.Alch.122.7.

German (Pape)

[Seite 415] ὁ, der sonst σεληνίτης genannte Stein, Fraueneis.

Greek (Liddell-Scott)

ἀφροσέληνος: ὁ, Διοσκ. 5. 159, ἴδε ἐν λ. σεληνίτης.