ἄτρανος

From LSJ

Οὐκ ἔστιν οὐδὲν κτῆμα κάλλιον φίλου → Nulla est amico pulchrior possessio → Als einen Freund gibt's keinen schöneren Besitz

Menander, Monostichoi, 423

Spanish (DGE)

-ον
1 obscuro τὰ ... προπείπτοντα [τ] ρανότερα βλέπεται, τὰ δὲ πορρώτερα ἀτ[ρα] νώτερα Demetr.Lac.Herc.1013.12
fig. confuso ἐπιβαίνομεν ἔτι ἀτρανωτάτῳ λογισμῷ Meth.Res.2.16.
2 adv. -ῶς obscuramente, sin claridad τὸ ἀ. ἐπιχειρούμενον Leont.H.Nest.M.86.1729B, cf. Hsch.s.u. ἀσήμως.