Τὸν εὖ ποιοῦνθ' (εὐποροῦνθ') ἕκαστος ἡδέως ὁρᾷ → Den, der ihm wohltut, freut ein jeder sich zu sehn
v. Ἄμαστρις.
Ἄμηστρις: ιδος ἡ Аместрида (жена Ксеркса) Her., Plat.