ἐγκανθίς

English (LSJ)

-ίδος, ἡ, tumour in the inner angle of the eye, Cels.7.7.5, Gal. UP10.11, etc.

Spanish (DGE)

-ίδος, ἡ
medic.
1 carúncula lagrimal φλέβες αἱ ἐγκανθίδες venas oftálmicas de los lagrimales τάς τε ὑπὸ τὴν γλῶτταν φλέβας τμητέον ἢ τὰς ἐγκανθίδας Archig. en Gal.12.976.
2 tumor en el ángulo interno del ojo, encantis Cels.7.7.5, Gal.3.810, 6.870, 7.732.

German (Pape)

[Seite 704] ίδος, ἡ (κανθός), die Karunkel im vordern Augenwinkel, Poll. 2, 71; bes. deren Geschwulst, Medic.

Greek (Liddell-Scott)

ἐγκανθίς: ἡ, ἡ ῥίζα τοῦ κανθοῦ τοῦ ὀφθαλμοῦ, ἢ οἴδημα τοῦ κανθοῦ, Γαλην.

Greek Monolingual

η (Α ἐγκανθίς)
κόκκινο τμήμα στον κανθό του οφθαλμού.