ὀείγην
From LSJ
Ζῶμεν γὰρ οὐχ ὡς θέλομεν, ἀλλ' ὡς δυνάμεθα → Ut quimus, haud ut volumus, aevum ducimus → nicht wie wir wollen, sondern können, leben wir
Greek (Liddell-Scott)
ὀείγην: τοὶς ναύοις (= οἴγειν, ἀνοίγειν τοὺς ναούς), Ἐπιγρ. Λέσβου, τῶν χρόνων τοῦ μεγ. Ἀλεξάνδρου, CIG 2166 καὶ προσθῆκ. σ. 1023. Πρβλ. καὶ Hicks, Greek historic. inscr. σ. 226.