ὀλώιος

From LSJ

Ὅμοια πόρνη δάκρυα καὶ ῥήτωρ ἔχει → Lacrumae oratori eaedem ac meretrici cadunt → Von Dirne und von Redner sind die Tränen gleich

Menander, Monostichoi, 426

Greek (Liddell-Scott)

ὀλώιος: σπάν. ποιητ. τύπος τοῦ ὀλοός, ὀλοιός, Ἡσ. Θ. 591.