Hippoclides

From LSJ

ὤδινεν ὄρος, Ζεὺς δ' ἐφοβεῖτο, τὸ δ' ἔτεκεν μῦν → the mountain was in labor — even Zeus was afraid — but gave birth to a mouse

Source

Wikipedia EN

Hippocleides (also Hippoclides) (Greek: Ἱπποκλείδης), the son of Teisander (Τείσανδρος), was an Athenian nobleman, who served as Eponymous Archon for the year 566 BC – 565 BC.

He was a member of the Philaidae, a wealthy Athenian family that was opposed to the Peisistratos family. During his term as archon he set up the statue of Athena Promachos (πρὀμαχος) in Athens and oversaw a reorganization of the Panathenaia festival.

As a young man he competed for the hand of Agariste, the daughter of Cleisthenes, the tyrant of Sicyon. By the end of the competitions, only Hippocleides and Megacles remained. According to Herodotus (6.129-130), Hippocleides became intoxicated during a dinner party with Cleisthenes, and began to act like a fool; at one point he stood on his head and kicked his legs in the air, keeping time with the flute music. When Hippocleides was informed by Cleisthenes "Oh son of Teisander, you have just danced away your marriage," his response was "οὐ φροντὶς Ἱπποκλείδῃ", ("Hippocleides doesn't care" or literally "No care for Hippocleides"). The phrase, according to Herodotus, became a common expression in the Greek world.

The phrase was well known to later authors; Aristophanes paraphrases it in The Wasps,. Lucian uses it in his essay Apology for the Dependent Scholar. Plutarch, who disliked Herodotus, says the author "would dance away the truth" like Hippocleides.

John Henry Newman applied this saying to himself: "I am aware that what I have been saying will, with many men, be doing credit to my imagination at the expense of my judgment—'Hippoclides doesn't care;' I am not setting myself up as a pattern of good sense or of anything else: I am but vindicating myself from the charge of dishonesty."

T. E. Lawrence also had the phrase "οὐ φροντίς" inscribed over the cottage door at Clouds Hill in Dorset.

Wikipedia EL

Ο Ιπποκλείδης, γιος του Τεισάνδρου, ήταν μέλος της πλούσιας οικογένειας των Φιλαϊδών της αρχαίας Αθήνας που υπηρέτησε ως επώνυμος άρχων το έτος 566-565 π.Χ.

Κατά την περίοδο που υπηρέτησε ως επώνυμος άρχων, φρόντισε για να στηθεί άγαλμα στην Αθηνά Προμάχο και καθιέρωσε το θεσμό των Παναθηναίων

Για αυτόν έχει μείνει από τον Ηρόδοτο γνωστή η ιστορία για τη συμμετοχή του ως υποψήφιου στην επιλογή του μνηστήρα της Αγαρίστης, όταν ο πατέρας της, ο τύραννος Κλεισθένης της Σικυώνας (σημερινό Κιάτο στην Κορινθία) τον κάλεσε, μαζί με άλλους, για να κρίνει ποιόν θα πάρει ως σύζυγο.. Ο Κλεισθένης αποφάσισε να παντρέψει την κόρη του Αγαρίστη με τον «άριστον των Ελλήνων» και κάλεσε υποψήφιους από γνωστές οικογένειες όλου του ελληνικού κόσμου, τους οποίους φιλοξένησε. Παραβρέθηκαν περίπου δεκατέσσερις, από την Ιταλία (από τη Σύβαρη και τη Σίτη), από την Επίδαμνο του Ιονίου, την Αιτωλία, την Πελοπόννησο, την Αθήνα, την Ερέτρια, τη Θεσσαλία και από τους Μολοσσούς της Ηπείρου. Από την Αθήνα ήταν ο Ιπποκλείδης γιος του Τεισάνδρου και ο Μεγακλής, γιος του Αλκμέωνος. Ο Κλεισθένης θεώρησε καλύτερο τον Ιπποκλείδη και την τελευταία ημέρα θυσίασε εκατό βόδια και έδωσε δείπνο και για τους μνηστήρες και για όλους του Σικυωνίους, στο οποίο θα ανακοίνωνε την επιλογή του. Εκεί, όταν ήπιαν, ο Ιπποκλείδης κάλεσε τον αυλητή και άρχισε να χορεύει, κάτι που δεν άρεσε πολύ στον Κλεισθένη. Όταν δε ζήτησε ένα τραπέζι και συνέχισε το χορό ανεβαίνοντας σε αυτό, ο Κλεισθένης θεώρησε αναίδεια το χορό. Ιδιαίτερα δε, όταν ο Ιπποκλείδης χόρεψε ισορροπώντας, στηρίζοντας το κεφάλι του στο τραπέζι, και «χειρονόμησε» με τα πόδια του (όπως αναφέρει ο Ηρόδοτος), ο Κλεισθένης εξερράγη και του είπε: «Ω παι Τεισάνδρου, απόρχησαο γε μεν τον γάμον!» (Ω γιε του Τεισάνδρου, με το χορό σου έχασες τον γάμο) και ο Ιπποκλείδης του απάντησε: «Ου φροντίς Ιπποκλείδη» (δε τον νοιάζει τον Ιπποκλείδη), μια φράση που ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι έμεινε παροιμιώδης. Ο Κλεισθένης έδωσε τελικά την κόρη του στον Μεγακλή και έστειλε τους μνηστήρες σπίτια τους δίνοντάς τους δώρο ένα τάλαντο αργύρου και λέγοντάς του ότι αν δεν είχε παρά μόνο μια παρθένα (την κόρη του) για να δώσει, θα τους διάλεγε όλους.

Wikipedia ES

Hipoclides (griego Ἱπποκλείδης), hijo de Tisandro, de la familia de los Filaidas y hermano de Cípselo, que fue el padre de Millcíades I. Fue un noble ateniense, que en 566 -565 a. C. fue arconte epónimo.

Durante su mandato como arconte levantó la estatua de Atenea Promacos en Atenas para el festival de las Panateneas.

Cuando era joven compitió por la mano de Agarista, la hija de Clístenes, el tirano de Sición. Al final de las competiciones, únicamente quedaron Hipoclides y Megacles II. Según Heródoto, Hipoclides acabó intoxicado durante un simposio con Clístenes, y empezó a actuar como un tonto;​ en un momento dado bailó sobre una mesa unas cabriolas laconias (que imitaban marchas militares) y luego otras de origen ático, y con la cabeza apoyada sobre la mesa pataleó sus piernas en el aire, en armonía con la música de flauta. Cuando Hipoclides fue informado que había "bailado a su novia"​su respuesta fue οὐ φροντὶς Ἱπποκλείδῃ, ("A Hipoclides le tiene sin cuidado" o "no le importa a Hipoclides"). La frase, según Heródoto, se convirtió en una expresión común en el mundo griego.​

T.E. Lawrence tenía la frase οὐ φροντίς inscrita en su puerta.

Wikipedia IT

Ippocleide o Ippoclide (in greco antico: Ἱπποκλείδης, Hippokleides, da ἵππος, "cavallo" e κλείς, "chiave"; VII secolo a.C. – VI secolo a.C.) è stato un nobile e politico ateniese.

Figlio di Tisandro (in greco antico: Τείσανδρος), Ippocleide apparteneva alla famiglia dei Filaidi, la stessa di Milziade e Cimone.

Fu arconte eponimo nell'anno 566-565 a.C. e, durante il suo mandato, fece costruire la statua di Atena Promachos (πρὀμαχος). Un frammento dello storico Ferecide di Atene ricorda che durante l'arcontato di Ippocleide furono organizzate le Panatenee.

È noto per aver pronunciato una frase rimasta proverbiale come sinonimo di indifferenza, quando fu scartato dalla competizione per sposare Agariste, figlia di Clistene, tiranno di Sicione.

Erodoto racconta che, qualche anno prima del 566 a.C., Ippocleide visse per alcuni mesi alla corte dell'influente tiranno di Sicione, Clistene, assieme ad altri pretendenti alla mano della figlia di questi, Agariste.

In occasione del banchetto nel quale avrebbe dovuto sciogliere la riserva e rivelare il nome del futuro sposo della figlia, Clistene si accorse che Ippocleide, che era in quel momento il favorito per il matrimonio, stava su un tavolo in equilibrio sulla testa, e muoveva le gambe per aria seguendo il tempo della musica che veniva in quel momento suonata dai flautisti. Quando Clistene disse al candidato genero che in questo modo si "ballava via il matrimonio", Ippocleide, per tutta risposta, disse: "οὐ φροντὶς Ἱπποκλείδῃ" ("ad Ippocleide non importa"), espressione rimasta poi proverbiale.

Clistene scelse quindi Megacle, della famiglia degli Alcmeonidi come sposo per Agariste, ma donò in ogni caso un talento d'argento ad Ippocleide e a gli altri pretendenti scartati.

La frase pronunciata da Ippocleide è ben nota agli autori successivi: Aristofane la parafrasa nelle Vespe e Plutarco, riferendosi ad Erodoto, scrisse che allo storico di Alicarnasso non importava nulla della verità, e lo paragonò per questo ad Ippocleide.

In epoca moderna, Thomas Edward Lawrence mise sul portone della sua casa un'iscrizione colla parte iniziale della frase di Ippocleide: "οὐ φροντὶς", "non importa".