Index:LowDiacritics/Ω
ΩΑ
ΩΒ
ΩΓ
ΩΔ
ΩΕ
ΩΖ
ΩΗ
ΩΘ
ΩΙ
ΩΚ
- ώκα
- ωκαλέον
- Ωκεάνειος
- Ωκεανηϊάς
- Ωκεάνης
- Ωκεανίνη
- Ωκεανίς
- Ωκεανίτις
- Ωκεανόβρυτος
- Ωκεανόνδε
- Ωκεανός
- ωκήεις
- ωκίμινος
- ωκιμοειδής
- ώκιμον
- ωκιμώδης
- ώκινον
- ωκίς
- ώκιστος
- ωκύαλος
- ωκυβόαι
- ωκυβόας
- ωκυβόλος
- ωκυγένεθλος
- ωκυδήκτωρ
ΩΛ
- ώλαξ
- ωλεκρανίζω
- ωλέκρανον
- ωλένη
- ωλένιος
- ωλενίς
- ωλενίτης
- Ώλενος
- ωλενοστρόφος
- ωλεσίβωλος
- ωλεσίκαρπος
- ωλεσίοικος
- ωλεσίτεκνος
- ωλήν
- ώλης
- ωλίγγη
- ωλίγγιον
- ωλίσθησα
- ωλιτήμερος
- ώλκα
- ώλλοι
- ωλλόν
ΩΜ
- ωμάδιος
- ωμαδίς
- ωμαλγία
- ωμαλθής
- ωμαλία
- ωμαμπέλινος
- ωμαχθής
- ώμβροι
- ωμήλετον
- ωμήλυσις
- ωμηστήρ
- ωμηστής
- ωμία
- ωμιαία
- ωμίας
- ωμίασις
- ωμίδιος
- ωμίζομαι
- ώμιλλα
- ώμιον
- ωμιστής
- ωμοβόειος
- ωμοβόϊος
- ωμοβορεύς
- ωμοβόρος
ΩΝ
- ώνα
- ωνάμην
- ωνατάς
- ωνέομαι
- ωνή
- ώνημα
- ωνησείω
- ώνησις
- ωνητέος
- ωνητής
- ωνητιάω
- ωνητικός
- ωνητός
- ωνήτωρ
- ωνιακός
- ώνιος
- ώννυ
- ωνομάδαται
- ωνομασμένως
- ώνος
- ωνοφύλαξ
ΩΞ
ΩΟ
- ωοβραχής
- ωόγαλα
- ωογενής
- ωογονέω
- ωογονία
- ωοειδής
- ωοθεσία
- ωοθυτικά
- ωοιοί
- ωοίφιον
- ωόν
- ώον
- ωόπ
- ωόπωλις
- ωοσκοπία
- ωοσκύφιον
- ωοτοκεύς
- ωοτοκέω
- ωοτοκία
- ωοτόκος
- ωοφαγέω
- ωοφορέω
- ωοφόρος
- ωοφυλακέω
ΩΠ
ΩΡ
- ώρα
- ώρα
- ωραΐζω
- ωραία
- ωραιόκαρπος
- ωραιοκόμος
- ωραιόομαι
- ωραιοπολέω
- ωραιοπώλης
- ωραίος
- ωραιότης
- ωραιόφθαλμος
- ωραϊσμός
- ωραϊστής
- ωρακιάω
- ωρακίζω
- ωρανιστήρ
- ώρανος
- ωραπολείν
- ωράριθμος
- ώρασι
- ωρείον
- ωρείον
- ωρείτης
- ωρείτροφος
ΩΣ
- ως
- ως
- ώσα
- ωσάν
- ωσανεί
- ωσαννά
- ώσασκε
- ωσαύτως
- ώσδε
- ωσεί
- ωσία
- ώσις
- ωσιωμένως
- ωσμή
- ωσμός
- ώσπερ
- ώσπερ
- ωσπεράν
- ωσπερεί
- ωσπερούν
- ώστε
- ωστέον
- ώστης
- ωστίζομαι
- ωστικός
ΩΤ
- ωτακίς
- ωτακουστέω
- ωτακουστής
- ωταλγέω
- ωταλγέω
- ωταλγία
- ωταλγιάω
- ωταλγικός
- ωταλγώ
- ώ τάν
- ωταράς
- ωτάριον
- ώτε
- ωτεγχύτης
- ωτειλή
- ωτειλήθεν
- ωτειλόομαι
- ωτικός
- ωτίον
- ωτιοφόρος
- ωτίς
- ωτογλυφίς
- ωτοειδής
- ωτοθλαδίας
- ωτοκάταξις
ΩΥ
ΩΦ
ΩΧ
- ωχ
- ωχεί
- ώχνων
- ώχρα
- ωχραίνω
- ωχραντικός
- ωχράω
- ωχρία
- ωχρίας
- ωχρίασις
- ωχριάω
- ωχροειδής
- ωχρόλευκος
- ωχρομέλας
- ωχρόμματος
- ωχρόξανθος
- ωχροπελιός
- ωχροποιός
- ώχρος
- ωχρός
- ωχροσύνη
- ωχρότης
- ώχρωμα