Anonymous

ἀναπολητικός: Difference between revisions

From LSJ
4
(6_11)
(4)
 
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀναπολητικός''': -ή, -όν, ὁ ἔχων τὴν δύναμιν τοῦ ἀναπολεῖν, Θ. Στ.
|lstext='''ἀναπολητικός''': -ή, -όν, ὁ ἔχων τὴν δύναμιν τοῦ ἀναπολεῖν, Θ. Στ.
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -ό<br /><b>1.</b> ο [[κατάλληλος]] για [[αναπόληση]], [[αναμνηστικός]]<br /><b>2.</b> αυτός που αναπολεί, ο [[μνημονικός]].
}}
}}