Anonymous

ἀναπόλαυστος: Difference between revisions

From LSJ
4
(big3_4)
(4)
Line 21: Line 21:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[que no puede ser disfrutado]] (ἀπληστίαν) ἦς ἀναπόλαυστόν ἐστιν αὐτοῖσι τὸ τέλος Plu.2.829d.<br /><b class="num">2</b> [[que no disfruta]] Phld.<i>Mort</i>.13.12, Hsch., ἡδονῶν Heph.Astr.1.1.38.
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[que no puede ser disfrutado]] (ἀπληστίαν) ἦς ἀναπόλαυστόν ἐστιν αὐτοῖσι τὸ τέλος Plu.2.829d.<br /><b class="num">2</b> [[que no disfruta]] Phld.<i>Mort</i>.13.12, Hsch., ἡδονῶν Heph.Astr.1.1.38.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀναπόλαυστος]], -ον) [[ἀπολαύω]]<br /><b>1.</b> αυτός που δεν μπορεί ή δεν επιτρέπεται να τον απολαύσει [[κανείς]]<br /><b>2.</b> αυτός που δεν απόλαυσε [[κάτι]].
}}
}}