Anonymous

δύσχρηστος: Difference between revisions

From LSJ
10
(big3_12)
(10)
Line 21: Line 21:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[difícil de usar]] ἡ ἐξουσία Isoc.8.103, μία ἐπὶ πάντων μέθοδος Arist.<i>Top</i>.102<sup>b</sup>37.<br /><b class="num">2</b> [[molesto]], [[incómodo]] de pers. (ὁ δίκαιος) δ. ἡμῖν ἐστιν LXX <i>Is</i>.3.10, <i>Sap</i>.2.12, de cosas ἐγγηρᾶσθαι δέ, δύσχρηστον Hp.<i>Aph</i>.2.54, τὸ λατομεῖον Str.12.2.8, ἐσθῆτα ... μείζω τοῦ σώματος ἔχειν D.Chr.17.21<br /><b class="num">•</b>neutr. plu. subst. τὰ δύσχρηστα [[inconvenientes]] πολλὰ δύσχρηστα συμβαίνει τοῖς ἱστοροῦσι D.S.4.8, cf. Cic.<i>Att</i>.128.5.<br /><b class="num">3</b> [[inservible]] ἱππικὸν στράτευμα ἐν νυκτὶ ... δ. X.<i>Cyr</i>.3.3.26, de los perros de caza sin adiestrar, X.<i>Cyn</i>.3.11, de tropas, Plb.4.11.8, ἵππος Plu.<i>Alex</i>.6, τὰ γὰρ εὔχρηστα τῆς φιλίας δύσχρηστα γίγνεται διὰ τὴν πολυφιλίαν Plu.2.95b, ([[ἀσπίς]]) δ. ἐν [ὕδασιν Sch.Er.<i>Il</i>.21.163 (p.92).<br /><b class="num">4</b> [[apurado]], [[difícil]] ἐν καιρῷ περὶ πάντα γενομένῳ δυσχρήστῳ en un tiempo que en todos los órdenes fue de dificultades (económicas)</i> <i>IStratonikeia</i> 275.17 (II/III d.C.).<br /><b class="num">5</b> gram. [[inusitado]], [[incorrecto]] ἐνεστὼς ... δ. ἀντὶ τοῦ ... ἀορίστου Eust.934.48.<br /><b class="num">II</b> adv. -ως<br /><b class="num">1</b> [[con molestia]], [[incómodamente]] δ. ... ζυ] γομαχῶν τοῦτον Men.<i>Dysc</i>.249<br /><b class="num">•</b>[[con dificultad]] δ. ἀπαλλάττοντες Plb.4.64.7, ἔχειν δ. Posidonius 1.<br /><b class="num">2</b> [[de manera inservible]] νῆες γέμουσαι δ. διέκειντο πρὸς τὸν κίνδυνον Plb.1.61.4, op. χρησίμως Str.17.2.4.
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[difícil de usar]] ἡ ἐξουσία Isoc.8.103, μία ἐπὶ πάντων μέθοδος Arist.<i>Top</i>.102<sup>b</sup>37.<br /><b class="num">2</b> [[molesto]], [[incómodo]] de pers. (ὁ δίκαιος) δ. ἡμῖν ἐστιν LXX <i>Is</i>.3.10, <i>Sap</i>.2.12, de cosas ἐγγηρᾶσθαι δέ, δύσχρηστον Hp.<i>Aph</i>.2.54, τὸ λατομεῖον Str.12.2.8, ἐσθῆτα ... μείζω τοῦ σώματος ἔχειν D.Chr.17.21<br /><b class="num">•</b>neutr. plu. subst. τὰ δύσχρηστα [[inconvenientes]] πολλὰ δύσχρηστα συμβαίνει τοῖς ἱστοροῦσι D.S.4.8, cf. Cic.<i>Att</i>.128.5.<br /><b class="num">3</b> [[inservible]] ἱππικὸν στράτευμα ἐν νυκτὶ ... δ. X.<i>Cyr</i>.3.3.26, de los perros de caza sin adiestrar, X.<i>Cyn</i>.3.11, de tropas, Plb.4.11.8, ἵππος Plu.<i>Alex</i>.6, τὰ γὰρ εὔχρηστα τῆς φιλίας δύσχρηστα γίγνεται διὰ τὴν πολυφιλίαν Plu.2.95b, ([[ἀσπίς]]) δ. ἐν [ὕδασιν Sch.Er.<i>Il</i>.21.163 (p.92).<br /><b class="num">4</b> [[apurado]], [[difícil]] ἐν καιρῷ περὶ πάντα γενομένῳ δυσχρήστῳ en un tiempo que en todos los órdenes fue de dificultades (económicas)</i> <i>IStratonikeia</i> 275.17 (II/III d.C.).<br /><b class="num">5</b> gram. [[inusitado]], [[incorrecto]] ἐνεστὼς ... δ. ἀντὶ τοῦ ... ἀορίστου Eust.934.48.<br /><b class="num">II</b> adv. -ως<br /><b class="num">1</b> [[con molestia]], [[incómodamente]] δ. ... ζυ] γομαχῶν τοῦτον Men.<i>Dysc</i>.249<br /><b class="num">•</b>[[con dificultad]] δ. ἀπαλλάττοντες Plb.4.64.7, ἔχειν δ. Posidonius 1.<br /><b class="num">2</b> [[de manera inservible]] νῆες γέμουσαι δ. διέκειντο πρὸς τὸν κίνδυνον Plb.1.61.4, op. χρησίμως Str.17.2.4.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[δύσχρηστος]], -ον)<br /><b>1.</b> αυτός που δύσκολα χρησιμοποιείται, [[ακατάλληλος]] για [[χρήση]]<br /><b>2.</b> αυτός που σπάνια χρησιμοποιείται<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός του οποίου η [[χρήση]] δημιουργεί δυσκολίες<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός τον οποίο [[πρέπει]] να αποφεύγει [[κανείς]] να χρησιμοποιεί.
}}
}}