Anonymous

εὔψυκτος: Difference between revisions

From LSJ
15
(6_16)
(15)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''εὔψυκτος''': -ον, εὐκόλως ψυχόμενος, Ἀριστ. π. Αἰσθ. 5. 16. Πρβλ 8. 6.
|lstext='''εὔψυκτος''': -ον, εὐκόλως ψυχόμενος, Ἀριστ. π. Αἰσθ. 5. 16. Πρβλ 8. 6.
}}
{{grml
|mltxt=[[εὔψυκτος]], -ον (Α)<br />αυτός που ψύχεται καλά.
}}
}}