Anonymous

θρονοποιός: Difference between revisions

From LSJ
17
(6_17)
(17)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''θρονοποιός''': -όν, κατασκευάζων θρόνους ἢ καθίσματα, [[Πολυδ]]. Ζ΄, 182.
|lstext='''θρονοποιός''': -όν, κατασκευάζων θρόνους ἢ καθίσματα, [[Πολυδ]]. Ζ΄, 182.
}}
{{grml
|mltxt=[[θρονοποιός]], -όν (Α)<br />αυτός που κατασκευάζει καθίσματα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[θρόνος]] <span style="color: red;">+</span> -[[ποιός]] (<span style="color: red;"><</span> [[ποιώ]])].
}}
}}