Anonymous

καλλίθυτος: Difference between revisions

From LSJ
18
(6_17)
(18)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''καλλίθῠτος''': -ον, ὁ εὐοιώνως θυσιασθείς, αἶγες Ἑλλ. Ἐπιγρ. 872.
|lstext='''καλλίθῠτος''': -ον, ὁ εὐοιώνως θυσιασθείς, αἶγες Ἑλλ. Ἐπιγρ. 872.
}}
{{grml
|mltxt=[[καλλίθυτος]], -ον (Α)<br />αυτός που θυσιάστηκε με καλούς οιωνούς.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>καλλ</i>(<i>ι</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>θυτος</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>θύω</i>), <b>[[πρβλ]].</b> [[κακό]]-<i>θυτος</i>, <i>πρωτό</i>-<i>θυτος</i>].
}}
}}